Aug 31, 2012

Nikos Deja Vu - Η κατάληψη της Κέρκυρας από τη φασιστική Ιταλία (31/8/1923 ώς 27/9/1923)

Η κατάληψη της Κέρκυρας
από τη φασιστική Ιταλία
(Απο 31/8/1923 ώς 27/9/1923)

Ένα χρόνο μετά την άνοδό του Μουσολίνι (1923) στην εξουσία κι ενώ η Ελλάδα βίωνε τα επακόλουθα της μικρασιατικής καταστροφής, ο Μπενίτο Μουσολίνι και η φασιστική Ιταλία έδειξαν το σοβινιστικό τους πρόσωπο και τις επεκτατικές τους διαθέσεις στα Βαλκάνια.

Αφορμή στάθηκε το επεισόδιο της 27ης Αυγούστου 1923 στο δρόμο Ιωαννίνων - Κακκαβιάς, κατά το οποίο βρέθηκαν δολοφονημένοι πέντε Ιταλοί, μέλη της επιτροπής για την οριστική χάραξη της ελληνοαλβανικής μεθορίου, μετά την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία το 1921. Επρόκειτο για τον στρατηγό Τελίνι, τον ταγματάρχη Κόρτι, τον λοχαγό Μπανατσίνι, τον οδηγό του αυτοκινήτου τους και ένα διερμηνέα.

Ο Μουσολίνι, που ήθελε να ενισχύσει και το γόητρό του, χωρίς να περιμένει το αποτέλεσμα των ανακρίσεων από τις ελληνικές αρχές, επέδωσε ρηματική διακοίνωση στην Αθήνα με τους ακόλουθους όρους:

1. Απόδοση τιμών στην ιταλική σημαία και τις σορούς των δολοφονηθέντων.
2. Τελετή μνημοσύνου, παρουσία του Υπουργικού Συμβουλίου.
3. Αίτηση συγγνώμης προς την Ιταλία.
4. Συμμετοχή ιταλού στρατιωτικού στις ανακρίσεις.
5. Καταδίκη των ενόχων σε θάνατο.
6. Καταβολή αποζημίωσης 50.000.000 λιρετών.

Την Ελλάδα εκείνη την περίοδο κυβερνούσε η Επαναστατική Επιτροπή υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα, η οποία φυσικά απέρριψε τους περισσότερους όρους του τελεσιγράφου, ως απαράδεκτους. Προσφέρθηκε να βοηθήσει τις οικογένειες των θυμάτων και πρότεινε στην Ιταλία να ανατεθεί η επίλυση της διαφοράς στην Κοινωνία των Εθνών. Παράλληλα, διαβεβαίωσε την ιταλική κυβέρνηση ότι οι δράστες δεν ήταν έλληνες, αλλά αλβανοί ληστές.

Στις 31 Αυγούστου, η Κοινωνία των Εθνών κάλεσε την Ελλάδα να ενεργήσει ταχύτατα για την ανεύρεση των ενόχων. Η χώρα μας από την πλευρά της ζήτησε τη σύσταση Ειδικής Επιτροπής για τη διερεύνηση του συμβάντος και τον καταλογισμό ευθυνών, αλλά και την επέκταση των ερευνών προς την Αλβανία.

Κι ενώ οι διπλωματικές προσπάθειες για την επίλυση της κρίσης βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους, η Ιταλία με πολεμική επιχείρηση την ίδια μέρα κατέλαβε την Κέρκυρα, με στόλο αποτελούμενο από 25 πλοία (3 θωρηκτά, 4 καταδρομικά, 6 αντιτορπιλικά τορπιλοβόλα και υποβρύχια). Προηγήθηκε απαίτηση του αρχηγού της ιταλικής μοίρας πλοιάρχου Φοσκίνι προς τον νομάρχη της Κέρκυρας Πέτρο Ευριπαίο για την παράδοση του νησιού. Όταν ο έλληνας αξιωματούχος αρνήθηκε, οι Ιταλοί άρχισαν να κανονιοβολούν την πόλη της Κέρκυρας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 15 γυναικόπαιδα και να τραυματισθούν 35 άμαχοι.

Αμέσως μετά, οι ιταλικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στο νησί και το κατέλαβαν. Για να δείξουν τις προθέσεις τους, τοποθέτησαν ένα ξύλινο κόκορα στο Παλαιό Φρούριο, με την επιγραφή: «Όταν λαλήσει αυτός ο κόκορας, τότε οι Ιταλοί θα φύγουν από την Κέρκυρα».

Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε έντονα και προσέφυγε στην Κοινωνία των Εθνών, έχοντας με το μέρος της τη διεθνή κοινή γνώμη. Ο διεθνής οργανισμός (ο ΟΗΕ της εποχής) ανέλαβε να διευθετήσει το περιστατικό, αλλά συνάντησε την έντονη αντίδραση της Ιταλίας. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στη Διάσκεψη των Πρεσβευτών, η οποία υποχρέωσε την Ελλάδα:

Να καταβάλλει στην Ιταλία αποζημίωση 50.000.000 λιρετών.
Να τελέσει μνημόσυνο για τους δολοφονηθέντες, και
Να ενεργήσει ανακρίσεις για την ανεύρεση των δραστών της δολοφονίας, υπό την επίβλεψη Διεθνούς Επιτροπής.

Μόνο τότε η Ιταλία δέχθηκε να εκκενώσει την Κέρκυρα στις 27 Σεπτεμβρίου 1923, με τον λαό να τους κατευοδώνει με ένα σαρκαστικό «Κουκουρίκου!». Παρά τις προσπάθειες που έγιναν από τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι ένοχοι της πενταπλής δολοφονίας δεν ανακαλύφθηκαν ποτέ...

ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΟΛΑ ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΛΕΣ
ΟΙ ΚΩΜΙΚΟΤΡΑΓΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ

[...] Μακαριότητα επικρατούσε σε λαό και ηγεσία και πώς να γνωρίζουν το νέο καθεστώς αυθαιρεσίας και κυνικότητας που εγκαινίαζε ο Φασισμός από την Ελλάδα.

Στην Κέρκυρα ούτε η εμφάνιση ενός πηδαλιουχούμενου αερόστατου που έκοβε βόλτες πάνω από την πόλη της Κερκύρας δεν έβαλε σε υποψία αρχές και λαό. Το «Ζέππελιν» που από τους στρατούς της εποχής χρησιμοποιείτο για αναγνώριση, δεν προκάλεσε ανησυχία, ο λαός αναπαυόταν ή κολυμπούσε, ο νομάρχης Ευριπαίος έπινε τον καφέ του με τον μητροπολίτη που δεν ήταν άλλος από τον μετέπειτα Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα με θέμα συζήτησης οι 5.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες που είχαν καταυλιστεί στο παλαιό φρούριο. Το θέμα της δολοφονίας του Τελλίνι το γνώριζαν αλλά δεν ήξεραν λεπτομέρειες περίμεναν τις Αθηναϊκές εφημερίδες για να μάθουν νέα.

Ξαφνικά παρουσιάστηκε κάποιος και φώναξε «Έρχεται ένας μεγάλος Ιταλικός στόλος» πετάχτηκαν στο παράθυρο Νομάρχης και Μητροπολίτης και είδαν ένα επιβλητικό θέαμα: Στον όρμο της Κερκύρας κατέπλεε ολάκερη ιταλική αρμάδα που αποτελείται:

ΘΩΡΗΚΤΑ : «Κόντε ντι Καβούε»,(ναυαρχίδα), «Ντουίλια», «Τζούλιο Τσεζάρε» και “Τζουζέπε Βέρντι”.
ΚΑΤΑΔΡΟΜΙΚΑ: «Βενέτσια», «Ρεγκίνα ντ Ιτάλια», «Βιττόριο Εμανουέλε», «Σαν Πάολο» και “Ταορμίνα”.
ΕΛΑΦΡΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΙΚΑ: «Ιντόμιτο», «Καραζιέρε», «Καραμπινιέρε», «Πιάβε» και «Αεμπινιέρε».
ΜΕΤΑΓΩΓΙΚΑ: «Σιτσιλία», «Πόρτο ντι Ρόντι» «Τσιτά ντι Κατάνια» και 5 μικρότερα.

ΠΑΡΑΔΟΘΕΙΤΕ
Παρακολουθούσαν ο Νομάρχης και ο Μητροπολίτης το πανοραμικό θέαμα από το παράθυρο. Χωρίς να μπορούν να φανταστούν την συνέχεις, το μυαλό τους πήγαινε σε κάποια φυσική επίσκεψη του στόλου προγραμματισμένη από τις δύο κυβερνήσεις. Το απροειδοποίητο της επίσκεψης τους προβλημάτιζε αλλά δεν τους ανησυχούσε. Ούτε η ταυτόχρονη ύπαρξη υδροπλάνων πάνω από την πόλη τους έβαλε υποψίες, τον εχθρό τον ήξεραν ότι προέρχεται από την ανατολή, από την Δύση δεν είχαμε σύνορα άρα και απειλή.
Κάποια στιγμή μια ατμάκατος φεύγει από την ναυαρχίδα της αρμάδας «Κόντε ντι Κανούρ» με κατεύθυνση την παραλία. Ο Νομάρχης έφυγε για την υποδοχή της «εθιμοτυπικής» επίσκεψης. Η ατμάκατος αποβίβασε τον πλοίαρχο Φοσκίνι με τους υπασπιστές του και δύο ένοπλους ναύτες, πήγαν στο Ιταλικό προξενείο και αφού πήραν τον Ιταλό πρόξενο πήγαν στην Νομαρχία. Οι Κερκυραίοι περίεργοι έτρεχαν στην προκυμαία να δουν το μεγαλοπρεπές θέαμα της αρμάδας.
Ο Νομάρχης έσπευσε στην Νομαρχία και σχεδόν έφτασε μαζί με την Ιταλική αντιπροσωπεία, δες τώρα την αφέλεια του ανυποψίαστου Νομάρχη, απευθύνθηκε στον Ιταλό ως εξής: «Σας υποδεχόμαστε με χαρά, κύριε πλοίαρχε….» η συνομιλία έγινε στα Γαλλικά.

Και την ίδια στιγμή έκπληκτος άκουσε τον Ιταλό αξιωματικό να λέει «Ο αρχηγός του στόλου ναύαρχος Σολάρι, σας ζητά να παραδώσετε την πόλη της Κέρκυρας, την οποίαν άλλως θα καταλάβει με την βία!» και ταυτόχρονα του ενεχειρίασε έγγραφο που ήταν τελεσίγραφο του στόλαρχου, τι έλεγε το έγγραφο διάβασε να χαρείς θράσος:
"Κατά διαταγήν της κυβερνήσεως της ΑΜ του Βασιλέως της Ιταλίας θα προβώ εις την ειρηνικήν κατάληψιν της νήσου Κερκύρα".
Ο πλοίαρχος Φοσκίνι, αρχιεπιστολεύς της μοίρας, κομιστής του παρόντος εγγράφου, θα γνωστοποιήση τους όρους και τον τρόπον της τοιαύτης καταλήψεως. Εάν εκ μέρους υμών ή οιασδήποτε άλλης πολιτικής ή στρατιωτικής αρχής προβληθεί αντίστασις ή δυσχέρειαι, θα προβώ εις την κατάληψιν δια της βίας και θα θεωρήσω υμάς άμεσον υπεύθυνον οιασδήποτε συνεπείας.
«Η κατάλυψις θα αρχίση 30 λεπτά της ώρας μετά την επίδοσιν του περόντος και εκπνεούσης αυτής της προθεσμίας, εάν ο απεσταλμένος μου δεν επιστρέψη εις το πλοίον ή εάν δεν γίνουν δεκταί εις το ακέραιον αι υπό τούτου διατυπούμεναι αξιώσεις, θα αρχίσω δράσιν δια των μέσων και των δυνάμεων τας οποίας διαθέτω.
«Παρέχεται προθεσμία δύο ωρών δια να δοθή καιρός εις τους υπηκόους των ξένων δυνάμεων να συγκεντρωθούν εις τα προξενεία των ή να απομακρυνθούν από παντός στρατιωτικού οικοδομήματος».
Φτήνια επιχειρημάτων και ανθρωπιάς, αλλά δες πόσο ιταμοί ήταν οι Ιταλοί νεοπαποικιοκράτες;
Ο Νομάρχης δεν πίστευε στα μάτια του ψέλλισε: «Κύριε πλοίαρχε, πρέπει να συνεννοηθώ με την κυβέρνησή μου και φυσικά δεν προφτάνω σε μισή ώρα».
«Άλλωστε η προθεσμία της μισής ώρας δεν πρόκειται να παραταθεί».
«Αφήστε με τότε να συσκεφθώ με τις άλλες αρχές».
«Αυτό δεν σας το εμποδίζω. Συσκεφτείτε. Αλλά το τελεσίγραφο λήγει σε μισή ώρα. Ότι κάνετε θα το κάνετε σ αυτόν τον χρόνο, ο οποίος ήδη περνά. Δεν τον καθορίζω εγώ. Στην ναυαρχίδα ο αρχηγός της μοίρας τον μετρά τώρα και στο τριακοστό λεπτό θα δράση…»
Ο Νομάρχης σπασμωδικά κινητοποίησε τους πάντες οι οποίοι λαχανιασμένοι έφτασαν και κατάπληκτοι άκουσαν το τελεσίγραφο, ο φρούραρχος συνταγματάρχης Παναγόπουλος, ο μητροπολίτης Αθηναγόρας, ο δήμαρχος και ο διοικητής χωροφυλακής ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΑΝ ΣΤΑ ΑΥΤΙΑ ΤΟΥΣ..

H ΑΠΟΦΑΣΗ
Η σύσκεψη του Νομάρχη στην πραγματικότητα δεν είχε κανένα περιθώριο αποφάσεων, αντίσταση δεν μπορούσαν να κάνουν, στρατό δεν είχαν (λιγότερους από 100 άνδρες), όπλα δεν είχαν, ναυτική δύναμη είχαν μόνο ένα τορπιλοβόλο, τα φρούρια ου νησιού Παλαιό και Νέο ήταν παροπλισμένα από την εποχή αποχώρησης των Άγγλων και την συνθήκη της 29/3/1864 η οποία προέβλεπε διαρκούς ουδετερότητας των νήσων.
Η Κέρκυρα λοιπόν ήταν διεθνώς αναγνωρισμένη ως ουδέτερη περιοχή και η απειλή κατάληψης της νήσου από τους Ιταλούς ήταν παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, Βέβαια αυτά για τον Μουσολίνι ήταν ψιλά γράμματα
Στο Παλαιό φρούριο λειτουργούσε ένα νοσοκομείο και στο Νέο Αστυνομική σχολή υπό Άγγλων οργανωτών. ΑΛΛΑ ΚΑΙ στο Παλαιό και στο νέο στεγαζόντουσαν 6 με 7 χιλιάδες πρόσφυγες από την Μ Ασία καθώς και 300 ορφανά που τελούσαν υπό την προστασία του Δημάρχου του Λονδίνου (αυτοί οι Άγγλοι καλά καλά άφησαν τον Κεμάλ να σφάξει τους Ελληνικούς πληθυσμούς της Μ Ασίας και μετά άρχισαν τις ευεργεσίες!!!!).
Διαταγή όμως άσκοπου αιματοκυλίσματος δεν μπορούσε να δώσει ο Νομάρχης παρά μόνο η κυβέρνηση ΑΛΛΑ οι Ιταλοί απαγόρευσαν κάθε επικοινωνία με την Αθήνα, έτσι δεν έμενε παρά να παραδώσουν την πόλη.
Σκέψη αντίστασης πρόβαλε μόνο ο μητροπολίτης Αθηναγόρας, όμως όλοι οι άλλοι αντέδρασαν και ορθά, έτσι λοιπόν στον αναμένοντα πλοίαρχο Φοσκίνι οι πέντε αυτοί άνθρωποι του ανακοίνωσαν την απόφασή τους:
«Η ΠΟΛΗ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΡΑΔΙΝΟΤΑΝ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΟΒΑΛΕ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΑΣ ΕΡΘΟΥΝ ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ».
Μόλις απομακρύνθηκε ο πλοίαρχος Φοσκίνι ο Νομάρχης έσπευσε στο τηλεγραφείο για να αναφέρει τα γεγονότα και αν η κυβέρνηση αποφάσιζε αντίσταση θα οργάνωναν τοπικές αρχές για αγώνα.

Ας επανέλθομε όμως στην συνάντηση του Νομάρχη και του πλοίαρχου Φοσκίνι άκουσε τον διάλογο που γίνηκε:

- Κύριε πλοίαρχε, διαμαρτύρομαι εν πρώτοις για την ενέργειά σας, γιατί η Κέρκυρα με την συνθήκη της 29/3/1864 είναι ουδετέρα.
- Την απάντησή σας, κύριε Νομάρχα (τον έκοψε ο Ιταλός).
- Η απάντησή μου είναι δεν σας παραδίδω την πόλη…. (καθώς ο πλοίαρχος Φοσκίνι έκανε μια νευρική κίνηση, ο νομάρχης συμπλήρωσε) Αλλά και δεν θα προβληθεί αντίσταση. Διαμηνύσατε στον ναύαρχό σας ότι δεν διαθέτω δύναμη και υποκύπτω στην βία…
- Τότε λάβετε αυτό το σημείωμα έχει τους όρους του ναυάρχου Σολάρι.

ΟΙ ΟΡΟΙ
1. Μέχρι της 4ης απογευματινής θα έχει υποσταλεί η Ελληνική σημαία και θα έχει αναρτηθεί η Ιταλική, η οποία θα χαιρετηθεί με 21 κανονιοβολισμούς.
2. Η διοίκηση της νήσου θα αναληφθή από τον υποναύαρχο Μπελλίνι.
3. Στον υποναύαρχο Μπελλίνι θα παραδοθούν όλοι οι στρατώνες των στρατιωτικών δυνάμεων και της Χωροφυλακής, οι οποίες θα αφοπλιστούν.
4. Θα παραδοθούν όλα τα όπλα των στρατευμάτων και των αποθηκών υλικού πολέμου.
5. Οι Έλληνες στρατιώτες μετά τον αφοπλισμό τους, θα συγκεντρωθούν σε ένα μικρό στρατώνα.
6. Θα απαγορευτεί η κυκλοφορία των Ελλήνων αξιωματικών και στρατιωτών.
7. Θα ετοιμαστούν οι στρατώνες για τα στρατεύματα κατοχής.
8. Θα διακοπούν οι τηλεγραφικές, τηλεφωνικές και ταχυδρομικές επικοινωνίες.
9. Θα επιβληθεί ιταλικός έλεγχος στις συγκοινωνίες ξηράς και τις θαλάσσιες μεταφορές.

Ο πρώτος όρος των Ιταλών προέβλεπε τα πιο κάτω:
Μέχρι της 4ης απογευματινής θα έχει υποσταλεί η Ελληνική σημαία και θα έχει αναρτηθεί η Ιταλική, η οποία θα χαιρετηθεί με 21 κανονιοβολισμούς.

ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ
Αμέσως ο πλοίαρχος έφυγε και κατευθύνθηκε προς την ναυαρχίδα, οι Έλληνες επίσημοι έτρεξαν ο κάθε ένας στην θέση του, ο Νομάρχης στο τηλεγραφείο για να επικοινωνήσει με την κυβέρνηση, σε κανένα δεν περνούσε η υπόνοια ότι στην Ελλάδα και δη στην ουδέτερη Κέρκυρα θα πρωτοέκανε τους γκαγκστερισμούς του ο Φασισμός.
Ενώ όμως ο Νομάρχης Ευρυπαίος πήγαινε στο τηλεγραφείο τα γεγονότα έγιναν γνωστά στην πόλη της Κέρκυρας και πλήθη έτρεχαν στην παραλία μερικοί μάλιστα μη πιστεύοντας στην τερατώδη είδηση πήγαιναν για να βεβαιωθούν, εξ άλλου ακόμα η Ελληνική σημαία εξακολουθούσε εν κυματίζει στο Νέο Φρούριο, ο δε ιταλικός στόλος είχε απλωθεί σε τόξο μεταξύ της παραλίας και της νήσου Βίδο.
Στα ιταλικά πολεμικά άρχισαν έντονες κινήσεις, οι πύργοι των θωρηκτών έστρεψαν τις κάνες τους προς την πόλη, το πλήθος όμως παρέμενε και παρακολουθούσε, μερικοί μάλιστα κολυμβητές στέκονταν και αυτοί όρθιοι στο νερό και έβλεπαν το απροσδόκητο.
Ξαφνικά το «Κόντε ντι Καβούρ» άρχισε να βάλει και κτύπησε το Νέο φρούριο κοντά στην Ελληνική σημαία και στεγάζοντο οι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Τότε μόνο κατάλαβαν με φωνές και σκόρπισαν, μια φωνή ακούστηκε «Μας βομβαρδίζουν ! Οι δειλοί ! Οι δολοφόνοι».
Αμέσως μετά άρχισε να βάλει το «Σαν Τζιόρτζιο» και ακολούθησαν τα δύο θωρηκτά και ένα καταδρομικό. 30 κάνες των 150 και 180 χιλιοστών έριχναν οβίδες στα δύο ανοχύρωτα φρούρια , οβίδες έπεσαν στο προάστιο του Αγίου Ρόκκου και σκόρπισαν τον θάνατο, ένα θραύσμα κτύπησε ένα κοριτσάκι την κόρη του λοχαγού Βρυώνη , ανάσκαψαν το εβραϊκό νεκροταφείο.
Οι πρόσφυγες έτρεχαν πανικόβλητοι στις υπόγειες στοές των φρουρίων, αρκετοί σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν.
Το μικρό Ελληνικό τορπιλοβόλο σήκωσε άγκυρα και προσπάθησε να φύγει , αλλά του έφραξε τον δρόμο ένα ιταλικό αντιτορπιλικό και επέστρεψε στην θέση του.
Ο μητροπολίτης Αθηναγόρας πήδησε σε μια βάρκα μαζί με δύο ιερείς και θέλησε να κατευθυνθεί προς τα ιταλικά πολεμικά που βομβάρδιζαν, με δυσκολία μεταπείσθηκε.
15 νεκρούς και 35 τραυματίες στοίχισε ο βομβαρδισμός, τα θύματα άνηκαν στους δυστυχείς πρόσφυγες του Παλαιού φρουρίου, αλλά και στους κατοίκους του Αγίου Ρόκκου, οι προκλητικοί ιταλοί άνοιξαν ένα λάκκο αργότερα στις παρυφές του φρουρίου και έριξαν τα 15 πτώματα, οι περισσότεροι των φονευθέντων ήταν γυναίκες και παιδιά.
ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΣΟΛΑΡΙ: Για τους Κερκυραίους αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν άγνωστος, ερχόταν συχνά σαν τουρίστας και τον γνώριζαν σαν παρουσία, ο ίδιος δε γνώριζε από πρώτο χέρι ότι το νησί ήταν ανοχύρωτο και ότι τα δύο φρούριά του ήταν διακοσμητικά.

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Ο δυστυχής Ευριπαίος μόλις τελείωσε το πρώτο προς την κυβέρνηση τηλεγράφημα υποχρεώθηκε να στείλει και δεύτερο διότι οι Ιταλοί άρχισαν να βομβαρδίζουν το άοπλο νησί, ξεκίνησαν οι θρασύδειλοι πόλεμο χωρίς να έχουν απέναντί τους στρατό, το ίδιο θα κάνει σε όλη την ιστορία του ο Φασισμός θα καταλάβει την γυμνή Αλβανία , θα πολεμήσει με τον ξυπόλητο στρατό του Χαιλέ Σελασιέ στην Αιθιοπία και όταν θα βρεθεί απέναντι σε Δαβάκηδες θα χάσουν και τα αυγά και τα καλάθια, ο στόλος των Ιταλών την εποχή αυτή είναι ο 5ος σε μέγεθος στόλος του κόσμου και όμως παρατάχτηκε απέναντι λουόμενους και άοπλους πολίτες, αυτός ο στόλος βέβαια δεν θα τολμήσει να αντιμετωπίσει (ενισχυμένος από προσθήκη νέων μονάδων) τον Αγγλικό και θα μείνει κρυμμένος στον Τάραντα, όπου και θα υποστεί επίθεση και καταστροφή.
Μόλις πήρε το 2ο τηλεγράφημα ο Πλαστήρας στο μυαλό του δεν υπήρχε παρά μόνο ένα πράγμα ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ έξαλλος άρπαξε το τηλέφωνο και κάλεσε τον Γονατά, ο Γονατάς θυμάσαι ξύπνησε και δεν πίστευε στα αυτιά το, τρόμαξε όταν άκουσε τον πλαστήρα να λέει:
« Τρέχω στο τηλεγραφείο. Θα διατάξω τον φρούραρχο της Κερκύρας να χτυπήσει τους Ιταλούς».
«Στάσου Νίκο λίγο. Να το συζητήσουμε» του φώναξε, αλλά ο Πλαστήρας είχε κατεβάσει το ακουστικό και με το αυτοκίνητο και τον υπασπιστή του (λοχαγό Παπαμαντέλλο) πήγαινε στην πλατεία Κ Κοτζιά..
Μόλις τον είδαν στο τηλεγραφείο η παρουσία του προκάλεσε έκπληξη , συνοδευόταν από τον Παπαμαντέλλο δύο ακόμα αξιωματικού και άνδρες της Χωροφυλακής (η αστυνομία δεν είχε ακόμα συσταθεί).
Ζήτησε να συνδεθεί με την Κέρκυρα, βλοσυρός, ψηλός, μαυριδερός ντυμένος με στολή τριμμένη και ατημέλητη, ένας σωστός μπαρουτοκαπνισμένος στρατιώτης, σε λίγο ο υπάλληλος του είπε «Κύριε αρχηγέ, ο κύριος νομάρχης σας ακούει». Ο Πλαστήρας άρχισε να υπαγορεύει:
«Προς όλας τας αρχάς Κερκύρας, στρατιωτικά και πολιτικά. Επείγουσα, απόρρητος, να εκτελεστεί κατά γράμμα»
Λαβών γνώσιν του βομβαρδισμού της νήσου παρά του ιταλικού στόλου δίδω υμίν διαταγήν όπως….» Εκείνη την στιγμή ακουστήκαν φωνές μεγάλος θόρυβος στην αίθουσα και άνθρωποι οι οποίοι έτρεχαν, ο Πλαστήρας γύρισε να δει ενώ υπαγόρευε την διαταγή «αντισταθείτε δια των όπλων». Πριν όμως ο υπάλληλος μεταδώσει το τηλεγράφημα που θα είχε τρομερή ιστορική σημασία για την Ελλάδα, ένα χέρι άρπαξε το χέρι του υπαλλήλου από το χειριστήριο. Ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν άλλος από τον Στ Γονατά.
Η περιγραφή που αφηγούμαι είναι αληθινή όσο και αν φαίνεται σαν μυθιστόρημα ή σκηνή κινηματογραφικής ταινίας, την αφηγήθηκε ο Στυλιανός Γονατάς στον ιστορικό Γρηγόρη Δαφνή.
Τι είχε συμβεί ο Στ Γονατά είδε τις τρομερές συνέπειες, που εν πάσει περιπτώσει επιδίωκαν οι Ιταλοί και έτρεξε στο υπουργείο Εξωτερικών διάβασε την διακοίνωση, μετά άρπαξε τον υπουργό Αλεξανδρή και έσπευσε προς το τηλεγραφείο. Μόλις έφτασαν στο τηλεγραφείο ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός πετάχτηκαν έξω ορμητικά μαζί με τον υπασπιστή του Γονατά και άνδρες της ασφάλειας, η παρουσία της δεύτερης ομάδας προκάλεσε κατάπληξη στους λιγοστούς υπαλλήλους, τρέχοντας λοιπόν διέκριναν την ψιλόλιγνη σιλουέτα του Πλαστήρα που ήταν σκυμμένος πάνω στον τηλεγραφητή και του υπαγόρευε, άρχισαν να φωνάζουν και την τελευταία στιγμή ο Γονατά έπιασε το χέρι του τηλεγραφητή.
Μόλις το είδε αυτό ο Πλαστήρας έκπληκτος και αγριεμένος είπε «Γιατί αυτό; Τι τρέχει;».
Ο Γονατάς το πήρε από το μπράτσο παρέκει και μπροστά στα έκπληκτα μάτια υπαλλήλων και χωροφυλακών έγινε μια αποφασιστική συζήτηση κορυφής για ειρήνη και πόλεμο για καταστροφή και σύνεση.
Ο Πλαστήρας επέμενε ότι πρέπει να κτυπηθούν οι Ιταλοί ανεξάρτητα από την έκβαση της μάχης, αλλιώς θα κατέρρεε το γόητρο της Ελλάδος, άλλωστε πίστευε ότι ο Μουσολίνι θα υποχωρούσε αν έβλεπε την αποφασιστικότητα της Ελλάδος
Ο Γονατάς του αντέτεινε ότι αυτό ακριβώς ήθελε ο Μουσολίνι , για να μείνει μονίμως στην Κέρκυρα και να καταλάβει και άλλα σημεία. Την αφορμή πήρε από την δολοφονία Τελλίνι και η ένοπλη αντίσταση των Ελλήνων θα του προσέφερε μεγάλη εκδούλευση και θα δικαιωνόταν ο βομβαρδισμός της Κερκύρας
Απ ότι καταλαβαίνεις δίκαιο είχε ο Γονατάς, η συζήτηση όμως συνεχίστηκε και όλοι παρακολουθούσαν με τεντωμένες τις αισθήσεις τους, τελικά με μεγάλη δυσκολία ο πλαστήρα υπεχώρησε. Και οι δύο συναρχηγοί ξεκίνησαν να φύγουν , την στιγμή εκείνη ο τηλεγραφητής με μάτια γεμάτα απορία ρώτησε:
«Τι να κάνω, κύριε αρχηγέ;»
«Μην κάνεις τίποτα, κλείσε και κόψε την επικοινωνία με την Κέρκυρα».

Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Στην Κέρκυρα υπήρξε μια αμηχανία, ο Νομάρχης και ο Φρούραρχος είχαν πάει στο τηλεγραφείο και κοίταζαν την μισοτελειωμένη διαταγή του πλαστήρα «δίδω υμίν διαταγή όπως» δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί σταματήσει η λήψη του τηλεγραφήματος, μάταια καλούσαν και ξανακαλούσαν για ολοκλήρωση της εντολής.
Έξω οι βόμβες συνέχισαν να πέφτουν, στο λιμάνι οι λουόμενοι και το συγκεντρωμένο πλήθος έτρεχαν να καλυφθούν. Στις 4.27 ο νομάρχης έδωσε διαταγή «Υψώσατε λευκή σημαία στο φρούριο».
Ευθύς αμέσως ο βομβαρδισμός σταμάτησε, αμέσως στόλος από άκατους γεμάτους στρατό εφόρμησε στο λιμάνι, στρατιώτες πηδούσαν να καταλάβουν θέσεις λες και είχαν να αντιμετωπίσουν τον πιο επικίνδυνο πάνοπλο στρατό, αξιωματικοί με στολή εκστρατείας οργάνωναν προγεφύρωμα με πολυβόλα και φορητά πυροβόλα, δύναμη πλήρους συντάγματος αποβιβάστηκε στην προκυμαία και σε άλλα σημεία της παραλίας, το σύνταγμα κινήθηκε προς το Παλαιό φρούριο, διέσχισαν με άπειρες προφυλάξεις τους έρημους δρόμους, έστησαν πυροβολεία, παράταξαν κανόνια στην πλατεία, οργάνωσαν περιπόλους, οι «γενναίοι»Ιταλοί πολεμούσαν στην φαντασία τους με τον φανταστικό ισχυρότερο στρατό του κόσμου. Οι σάλπιγγες ήχησαν επίθεση και ολόκληρο αποβατικό στράτευμα με γενική έφοδο πεζοναυτών, στρατιωτών και ναυτών που συναγωνίζοντο να δείξουν το απαράμιλλο «θάρρος» τους να καταλάβουν τα κενά στρατού οχυρά !!!!
Η «κατάληψη» του κάστρου τους απεκάλυψε την ανυπαρξία στρατού και οπλισμού, το μόνο που είδαν στο κάστρο οι «γενναίοι» εισβολείς ήταν χιλιάδες πρόσφυγες στριμωγμένους στις στοές, πτώματα γυναικών και παιδιών χαλάσματα και κραυγές από πληγωμένους πρόσφυγες από τον «ηρωικότατο» Ιταλικό βομβαρδισμό.
Οι «γενναιότατοι» ύψωσαν την Ιταλική σημαία με αλαλαγμούς θριάμβου και μετά μια διμοιρία επιτέθηκε στο έρημο στρατολογικό Γραφείο που αφού έσπασε με τα κοντάκια των την πόρτα και γάζωσαν τους τοίχους του με πυροβολισμούς επιδόθηκαν στην «ηρωική» καταστροφή επίπλων και αρχείων.
Οι ηρωισμοί των Ιταλών την ημέρα αυτή δεν είχαν τέλος.
Μια ομάδα «κυρίευσε» το νοσοκομείο και έδωσε την καταπληκτικά ηρωική διαταγή οι ασθενείς να εγκαταλείψουν το κτήριο στις διαμαρτυρίες του γιατρού ο επικεφαλής αξιωματικός απάντησε «Σινιόρ, πόλεμο έχουμε και το νοσοκομείο σας θα χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες του στρατού μας»!!!!!!
Με την ίδια έξαψη ξέσπασαν στην άδεια Αστυνομική Σχολή και στο σπίτι του Άγγλου οργανωτή που το κυρίευσαν εξ εφόδου και επιδόθηκαν στην μέγιστη πολεμική πράξη της εκπαραθυρώσεως των επίπλων του. ΜΠΡΑΒΟ ΚΟΛΟΝΝΕΛΟ, τα κατάφερες να νικήσεις.

ΚΑΤΟΧΗ
Η «μάχη» της Κερκύρας άρχισε στις 4.27΄ και τελείωσε στις 6.30΄. Η μικρή φρουρά της Κέρκυρας που δεν παραδόθηκε, υπό τον συνταγματάρχη Παναγόπουλο συμπτύχθηκε στο εσωτερικό. Ο ναύαρχος Σολάρι έβγαλε προκήρυξη στην οποία μιλούσε για την δολοφονία του Τελλίνι, την άρνηση της Ελληνικής κυβέρνησης να δεχθεί «τους δίκαιους όρους» της Ιταλικής κυβέρνησης, την απόφαση να καταληφθεί η νήσος, η πράξη αυτή «δεν ήταν πολεμική παρά ειρηνική», την « προσωρινότητα» της κατοχής και την λήψη μέτρων για την ασφάλεια των ιταλικών στρατευμάτων.
Ένα απόσπασμα αναζήτησε τον Νομάρχη Ευριπαίο, τον βρήκε στο τηλεγραφείο και τον συνέλαβε και στην συνέχεια τον οδήγησε στην ναυαρχίδα των Ιταλών.
Ο πλοίαρχος Φοσκίνι του απήγγειλε μάλιστα και την εξής κατηγορία:
«Σας συλλάβαμε γιατί σεις είστε υπεύθυνος του βομβαρδισμού και των θυμάτων του, εφόσον δεν δεχτήκατε να υψώσετε εξαρχής την ιταλική σημαία και να παραδώσετε την πόλη».
«Έκανα το καθήκον μου, έτσι έπρεπε να κάνω».
«Αλλά δεν σκεφτήκατε ότι εκθέτετε τον πληθυσμό σε κίνδυνο θανάτου;»
«Δεν θα διέτρεχε κανένα κίνδυνο αν δεν τον βομβαρδίζατε. Προς τι ο βομβαρδισμός; Σας είχα γνωστοποιήσει ότι δεν θα σας χτυπήσουμε».
«Είπατε απλώς μια κουβέντα. Πως θα ήμαστε σίγουροι ότι δεν θα μας προσβάλλατε ενόπλως όταν θα κάναμε την απόβαση; Γι αυτό σας βομβαρδίσαμε».
Ο Νομάρχης οδηγήθηκε στον Σολάρι που τον δέχτηκε στο καρέ του.
«Θα παραμείνετε σήμερα φιλοξενούμενος μου, κύριε νομάρχα, για λόγους ασφαλείας και αύριο θα σας στείλουμε στην Αθήνα».
«Μα γιατί ενεργήσατε τον βομβαρδισμό; Σκοτώσατε αθώους ανθρώπους χωρίς λόγο».
«Ότι έκανα το έκανα εκτελώντας πιστά λεπτομερείς διαταγές της κυβερνήσεως μου. Είχα διαταγή να βομβαρδίσω την πόλη οπωσδήποτε»
Την ίδια δήλωση έκανε και στον Αθηναγόρα δύο μέρες αργότερα. Δες τον διάλογο του με τον Αθηναγόρα.
«Ναύαρχε Σολάρι σας θεωρούμε όλοι φιλέλληνα και φίλον της Κερκύρας. Αλλά τα κανόνια σας εξόντωσαν αμάχους, σκότωσαν γυναίκες και παιδιά. Διαπράξατε έγκλημα πρωτοφανές κύριε ναύαρχε».
«Πιστέψατέ με, Σεβασμιώτατε, εξετέλεσα διαταγάς. Ως στρατιώτης ήμουν υποχρεωμένος να υπακούσω».
Και να σκεφτείς ότι ο Μουσολίνι αργότερα χαρακτήριζε τον βομβαρδισμό σαν περιττό και ο Ιταλός υπουργός των Ναυτικών επιτίμησε τον Σολάρι γιατί άνοιξε πυρ.
ΥΠΟΚΡΙΤΕΣ. Αν με ρωτήσεις τι πιστεύω; Τον Σολάρι ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΑ , θέατρο έπαιζε εκ των υστέρων η Ιταλική κυβέρνηση.

ΚΗΔΕΙΑ
Στην Κέρκυρα θρηνούσαμε 15 νεκρούς και περιθάλπαμε 35 τραυματίες, τα θύματα αυτά στο σύνολό τους άνηκαν στους Μικρασιάτες πρόσφυγες αλλά και στους κατοίκους του Αγίου Ρόκκου.
Οι Ιταλοί άνοιξαν στις παρυφές του φρουρίου μεγάλο λάκκο και έριξαν τα πτώματα των 15 νεκρών (για να αποφύγουν τα γενναία παιδία της Ιταλίας, δάκρυα και λυγμούς των συγγενών που δεν θα το άντεχε η ευαίσθητη καρδία τους) . Οι γενναιότατοι Ιταλοί μας επέστρεψαν το Νοσοκομείο μας που είχαν απ ότι θυμάσαι καταλάβει για να περιθάλψουμε τους 35 τραυματίες (τους είμαστε ευγνώμονες).
Και τι τραυματίες ήταν μα γυναίκες και παιδιά, εκεί λοιπόν ξεψύχησε η κορούλα του λοχαγού Βρυώνη, που είχε κτυπηθεί από τις Ιταλικές οβίδες.
Η κηδεία της παιδούλας το ίδιο απόγευμα υπήρξε η αφορμή να εκδηλώσει ο Κερκυραϊκός λαός κατά της Ιταλικής κατοχής, Οι καμπάνες κτυπούσαν νεκρώσιμα από την στιγμή που πέθανε. Και όλοι οι κάτοικοι πλημμύρισαν τον χώρο του νοσοκομείου και παρακολούθησαν την ταφή μέχρι το νεκροταφείο.
Οι Ιταλοί απαγόρευσαν την κηδεία, αλλά οι Κερκυραίοι περιφρόνησαν επιδεικτικά την εντολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας, και τα γενναία παιδιά της Ιταλικής γης, τα καμάρια του Μουσολίνι και του Σολάρι δεν τόλμησαν να διαλύσουν την πομπή. Εκατοντάδες στεφάνια συνόδεψαν το φέρετρο της μικρούλας, που πυρετωδώς δούλεψε για να κατασκευαστούν όλος ο Κερκυραϊκός λαός, τα λουλούδια βουνά πάνω στο μνήμα της, δάκρυα από κάθε κάτοικο, κλάμα από ένα ολόκληρο λαό, ήταν μια διαμαρτυρία, μια διαδήλωση, ήταν αντίσταση.
Μαζί με τον Κερκυραϊκό λαό την κηδεία παρακολούθησαν και οι Ιταλοί στρατιώτες, αυτό που φοβόταν η διοίκησή τους με την γρήγορη ταφή των 15 δεν το απέφυγαν, τα παραμυθιασμένα φανταράκια είδαν το άδικο προβληματίστηκαν συγκινήθηκαν και προπάντων είδαν την οργή, την δυσφορία, τον πόνο που προκάλεσαν, ένοιωσαν την ατιμία στην πράξη τους, είδαν ότι ήταν γελοίοι με τις πολεμικές τους καντρίλιες απέναντι σε γυναίκες και παιδόπουλα, και τότε σε μερικούς γκρεμίστηκε για πρώτη φορά το μεγαλοπρεπές του Μουσολίνι, ξεθώριασε η λάμψη του νέου που ευαγγελιζόταν ο Φασισμός.
Λες σε όλους να συνέβη αυτό;
Φυσικά όχι αλλά πλέον σίγουρα ο Ιταλός κατακτητής δεν ήταν ο αγέρωχος πολεμιστής, αλλά ο δειλός δολοφόνος στα μάτια των κατοίκων και κυρίως στην συνείδηση των Ιταλών...

Nikos Deja Vu
http://nikosdejavu.tumblr.com
http://n1999k.blogspot.com

No comments:

Post a Comment